Ο Σαμ Άλτμαν Αρνείται την Αναζήτηση Ομοσπονδιακής Βοήθειας για την OpenAI, αλλά Διέρρευσε Επιστολή της Εταιρείας που τον Αντικρούει
Ο CEO της OpenAI, Σαμ Άλτμαν, βρίσκεται στο επίκεντρο κατηγοριών για ανειλικρίνεια μετά από μια εβδομάδα γεμάτη αντιφατικές δηλώσεις σχετικά με τα οικονομικά της εταιρείας. Παρά το γεγονός ότι την Πέμπτη αρνήθηκε ότι η OpenAI επιδιώκει ομοσπονδιακές εγγυήσεις δανείων για τα κέντρα δεδομένων της, μια επίσημη επιστολή της εταιρείας προς τον Λευκό Οίκο από τον Οκτώβριο ζητούσε ρητά τέτοιες εγγυήσεις. Η επιστολή αυτή, που εστάλη στις 27 Οκτωβρίου, ζητούσε ομοσπονδιακές «εγγυήσεις δανείων» για την ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης της τεχνητής νοημοσύνης.
Αντιφατικά Μηνύματα και Η Αντίδραση της Κυβέρνησης
Η αντιπαράθεση ξεκίνησε την Τετάρτη, όταν η οικονομική διευθύντρια της OpenAI, Σάρα Φράιαρ, υπαινίχθηκε την ανάγκη για μια «ομοσπονδιακή υποστήριξη» λόγω των τεράστιων δαπανών της εταιρείας, προκαλώντας την άμεση αντίδραση από τον «Τσάρο της ΤΝ» του Λευκού Οίκου, Ντέιβιντ Σακς. Οι αντιφατικές δηλώσεις προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις σχετικά με τις φιλοδοξίες της OpenAI για τρισεκατομμύρια δολάρια. Κατά τη διάρκεια ενός γεγονότος της Wall Street Journal, η Φράιαρ ανέφερε ότι η εταιρεία εξετάζει μια «ομοσπονδιακή υποστήριξη» ή «εγγύηση» για τη χρηματοδότηση των τεράστιων επενδύσεων της σε τσιπ και υποδομές. Οι δηλώσεις της υποδήλωναν ότι το τεράστιο κεφάλαιο που απαιτείται για την επόμενη γενιά ΤΝ μπορεί να χρειαστεί κυβερνητική υποστήριξη για να μειώσει τον κίνδυνο της ιδιωτικής επένδυσης.
Κριτική και Πολιτική Αντίδραση
Οι επικριτές άμεσα εκμεταλλεύτηκαν τις δηλώσεις ως προσπάθεια εξασφάλισης ενός δικτύου ασφαλείας χρηματοδοτούμενου από τους φορολογούμενους για μια ιδιωτική, υψηλού κινδύνου επιχείρηση. Ο συγγραφέας και κριτικός της ΤΝ, Γκάρι Μάρκους, κάλεσε τους ακολούθους του να δράσουν, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να προλάβουν πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη. Η αντίδραση αυτή ενίσχυσε τις ευρύτερες ανησυχίες για μια πιθανή φούσκα ΤΝ και την ευθύνη των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών, ειδικά μιας που φέρεται να αξίζει εκατοντάδες δισεκατομμύρια και εξετάζει μια πιθανή δημόσια προσφορά.
Προσπάθειες Διαχείρισης Κρίσης από την OpenAI
Αντιμετωπίζοντας έντονη κριτική, η ηγεσία της OpenAI κινήθηκε γρήγορα για να περιορίσει τις ζημιές. Η Φράιαρ απέσυρε τη διατύπωσή της και διευκρίνισε την πρόθεσή της. Ανέφερε ότι η χρήση της λέξης «υποστήριξη» μπέρδεψε το ζήτημα, προσπαθώντας να επαναπροσδιορίσει τη συζήτηση από μια διάσωση προς μια δημόσια-ιδιωτική συνεργασία για την εθνική ασφάλεια. Ωστόσο, η διευκρίνισή της δεν κατάφερε να μειώσει την πολιτική αντίδραση από την Ουάσινγκτον. Ο Ντέιβιντ Σακς εξέδωσε μια κατηγορηματική δήλωση, κλείνοντας κάθε εικασία για κυβερνητική διάσωση, υποστηρίζοντας την πίστη της διοίκησης στον ελεύθερο ανταγωνισμό της αγοράς.
Η Άρνηση του Άλτμαν και η Αντίφαση με την Επιστολή
Με τα σχόλια της CFO να προκαλούν πολιτικό πονοκέφαλο, ο CEO Σαμ Άλτμαν παρενέβη για να διαχειριστεί προσωπικά την κρίση. Δήλωσε κατηγορηματικά ότι η OpenAI δεν επιδιώκει ούτε επιθυμεί κυβερνητικές εγγυήσεις για τα κέντρα δεδομένων της. Ωστόσο, η βαθύτερη εξέταση της επίσημης αλληλογραφίας της εταιρείας αποκαλύπτει μια πιο περίπλοκη και αντιφατική εικόνα. Η κατηγορηματική άρνηση του Άλτμαν φαίνεται να συγκρούεται άμεσα με μια 11σέλιδη επιστολή που η OpenAI έστειλε στο Γραφείο Επιστήμης και Τεχνολογικής Πολιτικής του Λευκού Οίκου στις 27 Οκτωβρίου. Το έγγραφο αυτό υποβλήθηκε ως μέρος ενός αιτήματος για πληροφορίες για να βοηθήσει στη διαμόρφωση της πολιτικής της διοίκησης για την ΤΝ.
Συμπεράσματα και Κλήση για Δράση
Η επιστολή, γραμμένη από τον Επικεφαλής Παγκόσμιων Υποθέσεων Κρίστοφερ Λεχάν, ζητά την επέκταση της Πιστωτικής Επένδυσης Προηγμένης Κατασκευής του Νόμου CHIPS στα κέντρα δεδομένων ΤΝ και την παραγωγή διακομιστών. Η επίσημη αυτή αίτηση για «εγγυήσεις δανείων» έρχεται σε αντίθεση με την δημόσια άρνηση του Άλτμαν λίγες μέρες αργότερα. Το έγγραφο περιγράφει μια λεπτομερή πρόταση πολιτικής για την ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης της Αμερικής στην ΤΝ για να ανταγωνιστεί την Κίνα. Η επιστολή ζητά ρητά από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να «αναπτύξει επιχορηγήσεις, συμφωνίες κατανομής κόστους, δάνεια ή εγγυήσεις δανείων για να επεκτείνει την ικανότητα και την ανθεκτικότητα της βιομηχανικής βάσης».















